Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

Φροντίζοντας τους φροντιστές

Οι περισσότεροι από εμάς θα κληθούμε κάποια στιγμή της ζωής μας να αναλάβουμε το ρόλο του φροντιστή απέναντι σε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο, πιθανότατα απέναντι σε ένα μεγαλύτερης ηλικίας άτομο του συγγενικού μας περιβάλλοντος το οποίο αντιμετωπίζει ψυχολογικά ή σωματικά προβλήματα. Η φροντίδα που καλείται να προσφέρει κάποιος σε αυτές τις περιπτώσεις περιλαμβάνει διαχείριση πρακτικών ζητημάτων όπως για παράδειγμα η επίβλεψη της φαρμακευτικής αγωγής, το κλείσιμο των ραντεβού με τους γιατρούς και η οργάνωση της καθημερινότητας του αρρώστου μέσα από την παροχή βοήθειας σε απλές δραστηριότητες όπως είναι το μαγείρεμα, το μπάνιο, το ντύσιμο. Από όλη αυτή τη φροντίδα δε θα μπορούσε να απουσιάσει και η συναισθηματική στήριξη που παρέχουν οι φροντιστές στα αγαπημένα τους πρόσωπα η οποία είναι ιδιαίτερα ουσιαστική.
Αναπόφευκτα η συναισθηματική, σωματική και οικονομική επιβάρυνση την οποία επωμίζονται οι φροντιστές είναι πολύ μεγάλη και μετατρέπεται σε ένα βαρύ φορτίο για τους ίδιους. Φίλοι κ συγγενείς αναλαμβάνουν αυτόν τον ρόλο χωρίς καμία εκπαίδευση και καλούνται να ανταποκριθούν σε υψηλές και πολύπλοκες απαιτήσεις, συχνά χωρίς καμία επιπλέον βοήθεια για τους ίδιους. Πολλές φορές οι ανάγκες που καλούνται να καλύψουν είναι τόσο μεγάλες και επιτακτικές που φτάνουν στο σημείο να παραμελήσουν τη δική τους υγεία μην αναζητώντας ιατρική βοήθεια έγκαιρα. Συχνά παρουσιάζουν δυσκολίες στον ύπνο, μικρότερα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, όχι καλή σίτιση ενώ είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν κατάθλιψη, διαταραχές του άγχους καθώς επίσης προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης προσοχής. Επιπλέον, έχει βρεθεί ότι εμφανίζουν μια πληθώρα χρόνιων ασθενειών όπως καρδιαγγειακές νόσοι, αρθρίτιδα, αύξηση βάρους και παθήσεις του ανοσοποιητικού συστήματος. Ο χρόνος τους παίρνει άλλες διαστάσεις, συρρικνώνεται και περιορίζεται τόσο που αρχίζουν να εγκαταλείπουν την κοινωνική ζωή και οτιδήποτε θα μπορούσε να τους χαρίσει στιγμές ξεγνοιασιάς και ευχαρίστησης.
Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, γίνεται αντιληπτό ότι ο φροντιστής χρήζει άμεσης φροντίδας ανάλογης με αυτή που δικαιούται το άρρωστο άτομο. Η κάλυψη ψυχολογικής υποστήριξης, οικονομικής ενίσχυσης και επικοινωνίας-εδραίωσης ενός ικανού υποστηρικτικού κοινωνικού δικτύου είναι σίγουρα μέρος αυτής.   
            
                         Ελένη Χρα

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Restart



                                                 



                   «Μπορείς να ζήσεις με τον καθένα αν έχεις αυτό χωρίς το οποίο δε μπορείς να ζήσεις» Toni Morrison

Τα Χριστούγεννα είναι για τους χαρούμενους ανθρώπους, γράφει ο Arnaldur Indridason.*
Η Πρωτοχρονιά όμως είναι για όλους. Θα έλεγε ο Jon Kabat-Zinn.**
Βήμα Πρώτο: Κάνεις μια παύση. Μένεις ακίνητος.
Βήμα Δεύτερο: Παίρνεις μια ανάσα. Συντονίζεσαι με το κέντρο σου που σε κρατά συνδεδεμένο με το εδώ και τώρα. Τώρα πια ξέρεις πως δεν είσαι οι σκέψεις σου και πως τα συναισθήματά σου, όσο έντονα ή απόλυτα κι αν δείχνουν, ποτέ δε διαρκούν πολύ.
Βήμα Τρίτο: Κοιτάζεις. Δεξιά. Αριστερά. Παρατηρείς. Όσο πιο πολύ παρατηρείς τόσο πιο πολύ είσαι σε θέση να εστιάζεις στα αληθινά σημαντικά, στο αληθινά σημαντικό. Και να μην αντιδράς σπασμωδικά, ακαριαία. Τόσο περισσότερο μπορείς να είσαι ευέλικτος.
Και τότε, καθαρός πια, κάνεις το Τέταρτο Βήμα. Το βήμα στο κενό καθώς ο δείχτης στο ρολόι μετακινείται ανεπαίσθητα. Τόσο μόνο όσο χρειάζεται για να αλλάξει συμβολικά η μέρα και η χρονιά. Όσο χρειάζεται για να πείσεις τον εαυτό σου πως οι όρκοι με τον χρόνο ανανεώνονται. Έχεις και πάλι μια ‘δεύτερη’ ευκαιρία. Για να σε καθησυχάσεις πως έχεις τον έλεγχο αυτού του νέου κύκλου που ανοίγεται σιβυλλικός μπροστά σου. Γιατί τώρα πια έχεις μάθει ή έστω μαθαίνεις να κρατάς τις σωστές αποστάσεις. Ούτε αποστασιοποιημένος, ούτε και βυθισμένος σε αυτό που συμβαίνει μέσα σου και γύρω σου.
Κι αν για λίγο χάσεις την αισιοδοξία που το παιχνίδι αυτό επιβάλλει, δοκίμασε να εξασκηθείς ξανά στην πρώτη αριθμητική πράξη που μαθαίνουν τα παιδιά και να προσθέσεις κάτι από αυτό που λείπει, αντί να προσπαθήσεις να αφαιρέσεις αυτό που άχαρα περισσεύει.
Κι αν για λίγο χάσεις την συγκέντρωση που το παιχνίδι αυτό απαιτεί, πες όσες φορές κι αν χρειαστεί στον εαυτό σου σαν να ήσουν ο καλύτερός του φίλος: «Ο φοβισμένος κοιτάζει πάντα πίσω του, ο ανήσυχος γύρω του, ο πιστός ψηλά, ο ενοχικός χαμηλά, εγώ κοιτάζω μπροστά».

*Ισλανδός συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας
**Αμερικανός επίτιμος καθηγητής ψυχιατρικής, κορυφαίος δάσκαλος του διαλογισμού.


                                                                                              Σοφία Κάσση

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Γιατρός-Ασθενής: Μια ουσιαστική σχέση

Ως επικοινωνία μπορούμε να ορίσουμε την ανταλλαγή πληροφοριών, σκέψεων, απόψεων και συναισθημάτων ανάμεσα σε πρόσωπα, με χρήση του λόγου ή άλλων μέσων. Ένα σημαντικό στοιχείο της ποιοτικής παροχής φροντίδας στους ασθενείς αφορά στην ουσιαστική επικοινωνία όλου του προσωπικού με τον κάθε ασθενή, με βασικά συστατικά της την εμπιστοσύνη, την κατανόηση και την ειλικρίνεια.
Υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις κλινικής συνέντευξης και λήψης ιατρικών αποφάσεων. Στην πατερναλιστική προσέγγιση οι γιατροί εστιάζουν το ενδιαφέρον τους αποκλειστικά στην περιγραφή των σωματικών συμπτωμάτων με στόχο τη διαγνωστική ταξινόμηση τους και στη συνέχεια οδηγούνται στην καλύτερη απόφαση για τον ασθενή χωρίς να έχουν συζητήσει ή διερευνήσει τις ανησυχίες ή τις απόψεις του. Στην ενημερωμένη προσέγγιση ο ασθενής παίρνει πιο ενεργό ρόλο καθώς ο ρόλος του γιατρού περιορίζεται στην παροχή δεδομένων και πληροφοριών για τις διάφορες θεραπείες ώστε ο πρώτος να καταλήξει σε μια απόφαση. Κάτι τέτοιο ωστόσο μπορεί να είναι παρακινδυνευμένο καθώς δεν είναι δυνατόν ο ασθενής να ενημερωθεί μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα για όλα όσα αφορούν την πάθηση του. Στην «από κοινού» προσέγγιση τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Ο γιατρός δημιουργεί κατάλληλη ατμόσφαιρα ώστε ο ασθενής να τον εμπιστευτεί και να είναι σε θέση να μοιραστεί όλα όσα τον απασχολούν, δίνοντας τη δυνατότητα στον πρώτο να τον καταλάβει και να τον ενημερώσει για όλες τις θεραπευτικές επιλογές του. Τις περισσότερες φορές παρουσιάζεται συνδυασμός στοιχείων από τα διάφορα μοντέλα.

Τα βασικά στοιχεία της δομής επικοινωνίας γιατρού-ασθενούς περιλαμβάνουν α)το φυσικό πλαίσιο (setting) μέσα στο οποίο πραγματοποιείται (π.χ. γραφείο, θάλαμος ασθενούς, διάταξη του χώρου, διάταξη των ατόμων που παραβρίσκονται  κ.ά. ) β)τις δεξιότητες καλής ακρόασης (π.χ. τήρηση σιωπής, όταν μιλάει ο ασθενής, επανάληψη της τελευταίας λέξης του ασθενούς κ.ά) γ)την  αναγνώριση των συναισθημάτων του ασθενούς  δ)τις πληροφορίες που δίνουμε στον ασθενή και ε)τη σύντομη αναφορά των βασικότερων θεμάτων της συζήτησης που προηγήθηκε.

Ωστόσο, συχνά παρεμβάλλονται εμπόδια στην επικοινωνία μεταξύ των επαγγελματιών υγείας και των ασθενών, κυρίως λόγω της δυσκολίας των επαγγελματιών να διαχειριστούν τα όσα θα τους αναφέρει ο ασθενής. Τα συνηθέστερα εμπόδια στην επικοινωνία είναι:
1. Ο καταιγισμός ερωτήσεων που δίνουν την αίσθηση της ανάκρισης και εμποδίζουν την προσωπική έκφραση.
2.   Η άσκηση κριτικής σε όσα λέγονται από τον ασθενή.
3.   Η ηθικολογία γύρω από τα ΄΄πρέπει΄΄ της συμπεριφοράς του ασθενούς.
4. Οι συμβουλές  για τη λύση προβλημάτων του ασθενούς, που μπορεί να τον κάνουν να νιώσει αδύναμος να αντιμετωπίσει δυσκολίες.
5.  Η ελαχιστοποίηση των ανησυχιών του  ασθενούς, που του δημιουργεί την αίσθηση ότι κανείς δεν τον καταλαβαίνει.
6.  Ο πρόωρος εφησυχασμός, του τύπου ΄΄Μην ανησυχείτε, όλα θα πάνε καλά΄΄.
7.   Οι απειλές και οι προειδοποιήσεις για αλλαγή της συμπεριφοράς του ασθενούς.
8.   Η αποφυγή συζήτησης ενός θέματος.

*

Οι δεξιότητες επικοινωνίας  αποτελούν ένα ουσιώδες βοήθημα για τη θεραπευτική σχέση. Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ποιότητα  της θεραπευτικής σχέσης είναι μία ΄΄τέχνη΄΄ από τη μεριά του θεράποντος που ξεπερνά κατά πολύ την απλή εφαρμογή κάποιων γενικών κανόνων επικοινωνίας και περιλαμβάνει και στοιχεία της προσωπικότητας και της γενικότερης συμπεριφοράς  του κάθε ατόμου.

*Παπαγιάννης Αντώνιος (2003). Μιλώντας με τον Άρρωστο. Εισαγωγή στην Κλινική Επικοινωνία. University Studio Press             
                                                                                                                                                                                          
                                                                                                                  Ελένη Χρα

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015


Υπογονιμότητα: Ψυχικές επιπτώσεις

«Με το καλό να έρθει και ένα παιδάκι γρήγορα», «Να ζήσετε και καλούς απογόνους», «Να βάλετε γρήγορα μπροστά για παιδιά», «Παιδάκια έχετε; Πότε θα κάνετε; Άντε τι κάθεστε!»…..Εκφράσεις με τις οποίες  τα νέα ζευγάρια κατακλύζονται συνέχεια από το οικογενειακό, το φιλικό και το κοινωνικό τους περιβάλλον….Τι γίνεται όμως όταν τα πράγματα δεν έρχονται ακριβώς όπως τα φανταζόμαστε; Τι συμβαίνει όταν τα ζευγάρια αντιμετωπίζουν δυσκολίες υπογονιμότητας και η επιθυμία τεκνοποίησης αποτελεί πια πηγή άγχους και δυσάρεστων συναισθημάτων;

Η διάγνωση της υπογονιμότητας αποτελεί μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή και οι αιτίες μπορεί να αφορούν τόσο στη γυναίκα όσο και στον άνδρα. Αναμφισβήτητα οι συνέπειες στην ψυχολογία και των δύο είναι πολύ έντονες καθώς η δυσκολία απόκτησης παιδιού βιώνεται από το ζευγάρι ως στρεσογόνο εμπειρία που επιφέρει αλλαγές στην ισορροπία και στους ρόλους. Βιώνεται ως απώλεια βάζοντας σε δοκιμασία την ποιότητα της σχέσης, τους στόχους , τις προσδοκίες,  την αυτοεκτίμηση και τη σεξουαλικότητα των ατόμων.

Αισθήματα ανεπάρκειας, αδυναμίας και αποτυχίας εμφανίζονται και στους δύο συντρόφους. Ο φόβος, το άγχος, ο θυμός είναι συναισθηματικές εκδηλώσεις που κάνουν έντονα την εμφάνιση τους σε περιπτώσεις υπογόνιμων ζευγαριών. Αρκετές φορές παρατηρείται δυσφορία ακόμα και δυσκολία βίωσης θετικών συναισθημάτων στο άκουσμα άλλων περιπτώσεων που «τα έχουν καταφέρει». Η θλίψη και η ενοχή οδηγούν στην συναισθηματική  απομάκρυνση των συντρόφων. Η σεξουαλική σχέση συχνά  παίρνει άλλο χαρακτήρα, πιο διεκπαιρεωτικό και πρακτικό, στην προσπάθεια να επιτευχθεί ο επιθυμητός στόχος,  η σύλληψη του παιδιού, κινδυνεύοντας να χαθεί η μαγεία, και το ρομαντικό στοιχείο ανάμεσα στους συντρόφους.

Οι δυσκολίες αυτές δεν είναι ωστόσο απροσπέλαστες και μη διαχειρίσιμες. Αυτό προϋποθέτει ότι το ζευγάρι πρέπει να κατανοήσει ότι είναι σύμμαχοι απέναντι στο πρόβλημα τους. Είναι σημαντικό να βοηθήσουν τη σχέση τους με το να εκφράζουν τα συναισθήματα τους, τις δυσκολίες και τους προβληματισμούς τους  χωρίς να φοβούνται την αντίδραση του άλλου. Θα πρέπει να εστιάζουν περισσότερο σε αυτά που τους ενώνουν και να αξιοποιούν τον κοινό τους χρόνο όσο το δυνατόν πιο ποιοτικά και με πράγματα που τους προσφέρουν χαλάρωση και ικανοποίηση. Πολλές φορές η παρουσία και η συμβολή ενός ειδικού θεραπευτή μπορεί να διευκολύνει προς αυτή την κατεύθυνση.

                                                                                                Ελένη Χρα